Ημ/νία: 17/04/2013

Ζωοκομία στη χοιροτροφία

 Ζωοκομία στη χοιροτροφία

Του Δρ. Κωνσταντίνου Β. Κουσενίδη | Γεωπόνος - Ζωοτέχνης, Ερευνητής ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε


Όλα τα ζώα, είτε βρίσκονται σε ελεύθερη ή άγρια κατάσταση, είτε έχουν εξημερωθεί και εκτρέφονται από τον άνθρωπο, χαρακτηρίζονται από δύο βασικά ένστικτα: τη διατήρηση και τη διαιώνιση.
Η διατήρηση αφορά στην επιβίωση των ατόμων ενός είδους και στην περίπτωση των μη εκτρεφόμενων και αγρίων ζώων, επιτυγχάνεται με την καθημερινή αναζήτηση τροφής, τη διατήρηση της υγείας και την αποφυγή των φυσικών τους εχθρών.
Έχουν έτσι εξελιχθεί μέσω μιας διαδικασίας προσαρμογής στο περιβάλλον, αλλά και φυσικής επιλογής σε ζώα που τα ίδια διαβιούν άνετα στο φυσικό τους χώρο, αλλά και δημιουργούν τις προϋποθέσεις, όσο αυτό είναι δυνατό, να αναπαραχθούν και να αναθρέψουν την επόμενη γενεά.
Με τον τρόπο αυτό, ικανοποιούν και το δεύτερο βασικό τους ένστικτο, αυτό της διαιώνισης.




Η ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΣΤΗ ΖΩΗ ΤΩΝ ΧΟΙΡΩΝ
Στην περίπτωση των εξημερωμένων κι εκτρεφόμενων ειδών, η φυσική αυτή διαδικασία που βασίζεται στην ύπαρξη και εκδήλωση των ενστίκτων, διαταράσσεται από την ανθρώπινη παρέμβαση. Ο άνθρωπος, ως κυρίαρχο είδος, επιβλήθηκε στα υπόλοιπα ζώα και τα εκμεταλλεύτηκε για να ικανοποιήσει τις δικές του ανάγκες. Έτσι, χρησιμοποίησε τη μεγάλη σωματική διάπλαση, μυϊκή μάζα και δύναμη των ζώων για εργασία και μεταφορά κι εκτρέφει ζώα για την ικανοποίηση των διατροφικών και άλλων αναγκών του, χρησιμοποιώντας μάλιστα, τόσο τα ίδια τα ζώα για το κρέας, όσο και τα προϊόντα της αναπαραγωγικής τους διαδικασίας (γάλα, αυγά κλπ.). Επενέβη μάλιστα και σ’ αυτήν τη διαδικασία της φυσικής επιλογής, δημιουργώντας νέες φυλές κι αναπτύσσοντας μέσω της δικής του επιλογής χαρακτηριστικά των ζώων που υπερβαίνουν τις ατομικές τους ανάγκες, εξυπηρετούν όμως τον άνθρωπο, όχι μόνο για να ικανοποιήσει τις ανάγκες του, αλλά και σαν οικονομική δραστηριότητα με στόχο το κέρδος και, δυστυχώς, ενίοτε και την απληστία. Από την άλλη, για να εξυπηρετήσει τις αυξημένες ανάγκες των εκτρεφόμενων ζώων, αναγκάστηκε να υποκαταστήσει το φυσικό τους περιβάλλον με τεχνητές συνθήκες διαβίωσης, υγιεινής, διατροφής, ακόμη και αναπαραγωγής. Για να μεγιστοποιήσει μάλιστα, την παραγωγικότητα των φυσικών φαινομένων στη ζωή των ζώων, ανέπτυξε και ειδικές επιστήμες όπως αυτές της ζωοτεχνίας, της κτηνιατρικής, της γενετικής κ.ά., καταδεικνύοντας τη σημασία που έχει πλέον η εκτροφή ζώων στην επιβίωσή του.
Για να εκφράσουμε τη σχέση ανθρώπου - ζώου με όρους της γενετικής επιστήμης, αρκεί να αναφερθούμε στα βασικά χαρακτηριστικά των ατόμων και των ειδών, που περιγράφονται με τη γενική έννοια του φαινότυπου. Ο φαινότυπος αναλύεται σε δύο επιμέρους έννοιες το γενότυπο και το περιβάλλον. Η εκδήλωση δηλαδή, όλων των ιδιοτήτων των ζώων εξαρτάται από το γενετικό υλικό που φέρουν (γνωστό σε όλους ως DNA) και από το βαθμό στον οποίο το περιβάλλον που διαβιούν αποτρέπει, επιτρέπει ή και ενισχύει τα γενετικώς προδιαγεγραμμένα χαρακτηριστικά τους. Καταλαβαίνουμε λοιπόν άμεσα, ότι, αν ο άνθρωπος επεμβαίνει και επηρεάζει σε κάποιο βαθμό το γενετικό υλικό των εκτρεφόμενων ζώων, το περιβάλλον τους το ορίζει απόλυτα.
Η εκτροφή χοίρων δε θα μπορούσε να αποτελεί εξαίρεση στην παρέμβαση του ανθρώπου στη ζωή των χοίρων. Είναι μάλιστα, μαζί με την πτηνοτροφία, οι πιο εντατικές εκτροφές, όπου το φυσικό περιβάλλον έχει ολοκληρωτικά υποκατασταθεί από τεχνητό. Αυτό σημαίνει ότι η διαβίωση των χοίρων λαμβάνει χώρα σε κλειστές σταβλικές εγκαταστάσεις, με ελεγχόμενο αερισμό και θερμοκρασίες, για να εξασφαλίζεται η υγιεινή των χοίρων, υποστηριζόμενη από την απολύμανση των κτιρίων, από προληπτικούς εμβολιασμούς και φαρμακευτικές αγωγές. Η διατροφή των χοίρων βασίζεται σε σιτηρέσια που καταρτίζονται ειδικά για κάθε ηλικία και καλύπτουν απόλυτα τις θρεπτικές τους ανάγκες ποιοτικά και ποσοτικά, με τον οικονομικότερο τρόπο για τον χοιροτρόφο. Ακόμη και η αναπαραγωγή γίνεται με προγραμματισμένες συζεύξεις και τεχνητή σπερματέγχυση σε χρόνους τόσο σύντομους που ουσιαστικά καθιστούν τις χοιρομητέρες σε ρόλο ‘γεννητικών μηχανών’. Για να επιτευχθεί αυτό, όμως, από έναν έμβιο οργανισμό, η γενικότερη ευζωία των χοίρων πρέπει να λαμβάνεται πάντα υπ’ όψιν, με κύριο μοχλό δράσης τη φιλικότητα του τεχνητού περιβάλλοντος για τα ζώα. Και φυσικά, μέρος του περιβάλλοντος είναι το κοινωνικό περιβάλλον και σημαντικό μέρος του κοινωνικού περιβάλλοντος σε μια εκτροφή είναι ο άνθρωπος.

Η ΣΧΕΣΗ ΑΝΘΡΩΠΟΥ - ΖΩΩΝ ΣΤΗ ΧΟΙΡΟΤΡΟΦΙΑ

Παράγοντες που την επηρεάζουν
Η σχέση του χοιροτρόφου με τους εκτρεφόμενους χοίρους κυριαρχείται από τη λογική σκέψη ότι τα ζώα αποτελούν ένα αντικείμενο κερδοφορίας. Είναι όμως, αδύνατο οποιαδήποτε συνύπαρξη έμβιων όντων να μην προσδιορίζεται και από μια αμφίδρομη ψυχική διάσταση που, στην περίπτωση της εκτροφής χοίρων λαμβάνει χώρα μεταξύ του ευφυέστερου των ζώων, ανθρώπου και ενός ιδιαίτερα έξυπνου θηλαστικού, του χοίρου. Όσο λοιπόν και αν θέλουμε να προσδιορίσουμε τη χοιροτροφία σαν μια καθαρά επιχειρηματική δραστηριότητα, είναι αδύνατο να αγνοήσουμε την, έστω και υποσυνείδητα αναπτυσσόμενη ψυχική σχέση.
Η έκφραση όμως της σχέσης αυτής στα πλαίσια της περίπλοκης διαδικασίας της εκτροφής των χοίρων επηρεάζεται από παράγοντες που είναι αδύνατο να εξαλειφθούν. Ο κυριότερος, βέβαια, είναι το κέρδος που απαιτεί την εφαρμογή συνθηκών από τη μία ελαχιστοποίησης του κόστους της εκτροφής και από την άλλη μεγιστοποίησης των ρυθμών πολλαπλασιασμού και ανάπτυξης. Η εντατική μορφή δε, της παραγωγής και η ανάπτυξή της ως προς το μέγεθος των εκμεταλλεύσεων, υπαγορεύει το γεγονός ότι η προσέγγιση του χοιροτρόφου στους χοίρους ‘περνάει’ μέσα από τη συμπεριφορά του ζωοκομικού προσωπικού που είναι και αυτό ολιγάριθμο, ανειδίκευτο και, τις περισσότερες φορές, ξενικής προέλευσης. Η κοινωνική επαφή που μπορεί να αναπτυχθεί αφορά τη σχέση ενός ανθρώπου με 1000 χοίρους και εκ των πραγμάτων περιορίζεται στις στιγμές που λαμβάνει χώρα η προσωπική παρέμβαση των σταβλιτών στη ζωή των χοίρων (φροντίδες στον τοκετό, μετακινήσεις ζώων, κτηνιατρικές και ζωοτεχνικές επεμβάσεις κλπ). Η σχέση αυτή είναι στενότερη με το «μόνιμο» αναπαραγωγικό πληθυσμό (χοιρομητέρες και κάπρους) και συνεπώς η σημασία της γίνεται εδώ μεγαλύτερη.
Συγχρόνως, η επίτευξη κέρδους υπαγορεύει τη διατήρηση των χοίρων σε μεγάλες ομάδες και περιορισμένους χώρους. Έτσι, η όποια προσέγγιση του ανθρώπου γίνεται μέσω φρακτών και για μικρό χρονικό διάστημα, γεγονός που λειτουργεί αρνητικά στη δημιουργία ‘δεσμών’ των χοίρων με τον άνθρωπο. Από την άλλη, οι συνθήκες αυτές, ευνοούν την κοινωνικότητα μεταξύ των ομόσταβλων ζώων, αρκεί βέβαια να προβλέπεται επαρκής χώρος, τροφή και νερό, ώστε να αποφεύγεται η εκδήλωση σχέσεων ανταγωνισμού στους χοίρους.
Ένας άλλος παράγων που επιδρά στην προσέγγιση του χοιροτρόφου προς τους χοίρους είναι η κοινωνική πίεση που υφίσταται στη διαχείριση του εκτρεφόμενου πληθυσμού. Η αστικοποίηση της σημερινής κοινωνίας έχει αποξενώσει την αντίληψη των ανθρώπων από την κτηνοτροφική διαδικασία. Ενώ η πίεση για ζωοκομικά προϊόντα χαμηλού κόστους αυξάνει, από την άλλη αυξάνουν και οι απαιτήσεις για ‘ανθρώπινες’ συνθήκες εκτροφής. Έτσι, η ψυχολογική και συχνά φυσική (φιλοζωικές οργανώσεις, ΜΜΕ) πίεση που ασκείται στον κτηνοτρόφο από την κοινωνία οδηγεί στην περιθωριοποίησή του.
Τέλος, πίεση ασκείται και από το νομοθετικό πλαίσιο που αφορά στην κτηνοτροφία γενικά και τη χοιροτροφία ειδικότερα. Η εφαρμοζόμενη νομοθεσία, τις περισσότερες φορές υπαγορεύεται από τις απαιτήσεις της κοινωνίας παρά του κτηνοτροφικού κόσμου. Αναγκάζονται έτσι, οι εκτροφείς να εξοικονομούν από άλλους πόρους (μείωση προσωπικού, συνωστισμός ζώων, κακές περιβαλλοντικές συνθήκες κ.ά.) που δεν υπόκεινται σε αυστηρές νομοθετικές διατάξεις, έχουν όμως άμεση σχέση με τη διαβίωση των ζώων.

Η ποιότητα της ζωοκομίας στη χοιροτροφία και τρόποι βελτίωσης
Η μετάβαση της χοιροτροφίας από μικρές οικογενειακές εκτροφές σε μεγάλες εντατικές εκμεταλλεύσεις πραγματοποιήθηκε τις τελευταίες δεκαετίες, σε διαφορετικό βαθμό για κάθε εκτροφή. Εκείνο όμως που είναι κοινό χαρακτηριστικό των περισσότερων μονάδων είναι ο μικρός βαθμός μετάβασης σε διαχειριστικές πρακτικές επιχειρηματικής μορφής, αν και πολλές εκτροφές παρουσιάζουν ακίνητα, κεφάλαια και ισολογισμούς, αν όχι μεγαλύτερους, τουλάχιστον εφάμιλλους με αυτούς των βιομηχανιών και των μεγάλων εμπορικών επιχειρήσεων. Στο σημείο μάλιστα που αυτή η υστέρηση γίνεται ιδιαίτερα εμφανής είναι η σύνθεση, δομή και ποιότητα του απασχολούμενου προσωπικού, με αποτέλεσμα, να εντοπίζεται μεγάλο μέρος των διαφυγόντων κερδών στη μειωμένη παραγωγικότητα της εργασίας.
Η ποιότητα της εργασίας στη χοιροτροφία, στις περισσότερες περιπτώσεις, είναι δυστυχώς χαμηλού επιπέδου. Μάλιστα, πρόκειται για ένα πανευρωπαϊκό αν όχι παγκόσμιο φαινόμενο, που προβληματίζει τους ειδικούς του κλάδου, γιατί όπως είπαμε μειώνει το συνολικό παραγωγικό αποτέλεσμα των εκτροφών. Αποτελεί, βέβαια, ένα αναπόφευκτο φαινόμενο, καθώς σαν εργασία η ζωοκομία κατατάσσεται μεταξύ των λιγότερο ελκυστικών. Οι λόγοι για τους οποίους συμβαίνει αυτό είναι λίγο – πολύ κατανοητοί από όλους: το περιβάλλον ενός στάβλου αποτελεί έναν προβληματικό χώρο εργασίας (οσμές, σκόνη κλπ), ενώ και τα ωράρια είναι ακανόνιστα, πολύωρα και απαιτούν συχνά σημαντική σωματική καταπόνηση. Επιπλέον, σε μια χοιροτροφική εκμετάλλευση υπάρχουν ζωοκομικές επεμβάσεις που απαιτούν κάποιο βαθμό εξοικείωσης, ειδίκευσης και προσοχής, καθώς αφορούν πολύ σημαντικά σημεία της παραγωγής και αν δεν εκτελεστούν με τη δέουσα σοβαρότητα κι ευθύνη τα αποτελέσματα μπορούν να καταλήξουν καταστροφικά. Από την άλλη, οι αποδοχές δεν είναι πάντα ανάλογες, ή τουλάχιστο δεν είναι ανταγωνιστικές με άλλους κλάδους, με αποτέλεσμα να προσελκύουν όλο και χαμηλότερου επιπέδου και οικονομικών απαιτήσεων υπαλλήλους. Τέτοιο προσωπικό αντλείται από τις μεγάλες μάζες οικονομικών μεταναστών που κατέκλυσαν την Ευρώπη τα τελευταία χρόνια και αρχικά εκτιμήθηκε σαν ουσιαστική λύση στο πρόβλημα της κτηνοτροφίας για την εξεύρεση εργατικού δυναμικού. Με την πάροδο του χρόνου, όμως, αναδύθηκαν και τα προβλήματα που την συνόδευαν. Η αδυναμία επικοινωνίας, λόγω γλώσσας και πολιτισμικής απόστασης, η έλλειψη εξειδίκευσης και οι βραχυχρόνιες σχέσεις εργασίας που συνάπτονται συχνά με εργάτες ξενικής προέλευσης, υποβάθμισαν την ποιότητα των ζωοκομικών υπηρεσιών που παρέχονται στα ζώα με άμεση αντανάκλαση στην παραγωγικότητα αυτών και της εκτροφής γενικότερα.
Επιπλέον, η πολυπλοκότητα της προσωπικής εργασίας του χοιροτρόφου που αναδείχθηκε σε επιχειρηματία (εξεύρεση και διαπραγμάτευση πρώτων υλών, διαχείριση εργατικού δυναμικού, διαχείριση και συντήρηση κτιριακών εγκαταστάσεων και εξοπλισμών, διαχείριση ζώων, προώθηση του προϊόντος κ.ά.) τον απομάκρυναν από τον καθημερινό και στενό έλεγχο της διαδικασίας παραγωγής.
Η κατανόηση, ο έλεγχος και η αναδιάρθρωση των σχέσεων εργασίας και της αποδοτικότητας αυτής κρίνεται λοιπόν σαν βασικό μέλημα του σύγχρονου επιχειρηματία χοιροτρόφου.
Για να επιτευχθεί αυτό, ο χοιροτρόφος οφείλει να οργανώσει και να κατανείμει εργασίες και ευθύνες σε συγκεκριμένα άτομα. Εάν δε δύναται ο ίδιος να παρακολουθεί και να ελέγχει την εκτέλεση των εργασιών, πρέπει να επιλέξει ένα ικανό άτομο από το προσωπικό που θα τεθεί επικεφαλής των ζωοκόμων, θα αναζητά ευθύνες για τις καθημερινές εργασίες και θα αναλαμβάνει την ευθύνη για τη συνολική παραγωγικότητα του προσωπικού. Μία πολύ καλή λύση για τη θέση αυτή αποτελούν οι επιστήμονες – εφαρμοστές του κλάδου, ζωοτέχνες και κτηνίατροι, που είναι σε θέση με τις γνώσεις τους να ανάγουν και το διαχειριστικό επίπεδο των εκτροφών.

Η συμπεριφορά του ζωοκόμου προς τα ζώα υπαγορεύεται από την καθοδήγηση και το παράδειγμα του ίδιου του χοιροτρόφου. Εάν δε διέπεται από την αγάπη και το σεβασμό προς τα ζώα και δεν αντλεί παραδείγματα από τις σχέσεις μεταξύ ανθρώπων και ζώων όπως αυτά της συντροφιάς και αναψυχής (σκύλοι, γάτες, άλογα) δεν είναι δυνατό να δομηθεί ο ψυχικός δεσμός που επιφέρει την ευεξία στα ζώα. Η ήρεμη και φιλική προσέγγιση, η επιβράβευση και η παντελής απουσία βίας αποτελούν απαραίτητα χαρακτηριστικά της σύγχρονης ζωοκομικής πρακτικής. Πρέπει λοιπόν το προσωπικό μέσα από μια διαδικασία ενθάρρυνσης, οικονομικών κινήτρων και αλληλοδιδασκαλίας και συνεργασίας να ανάγει την εκτέλεση των ζωοκομικών εργασιών στο επίπεδο που είναι πρέπον απέναντι στα ζώα. Δε μπορούμε άλλωστε να απαιτούμε από εκείνα να αποδίδουν τα μέγιστα και εμείς οι άνθρωποι να λειτουργούμε απαράδεκτα απέναντί τους.
Η αρχή που πρέπει να διέπει τη ζωοκομία είναι μία: ένα ευτυχισμένο ζώο είναι ένα παραγωγικό ζώο.
Share this:
Πηγή: